ΟΙ ΧΙΟΝΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ ΖΕΣΤΗΣ
έχει καθίσει σε ένα παγκάκι
κάτω από τον ήλιο μεσημεράκι
μα στα μαλλιά του έστρωσε χιόνι
που από τα μάτια του τρέχει όπως λιώνει
ένας χιονάνθρωπος πού έχει χαθεί μες στο λιοπύρι
τσιγγάνος γέρος που τον διώξανε από το τσαντίρι
και οι καταιγίδες που έχουν κουρνιάσει μέσα στο αίμα του
με κάθε ανάσα τους , με κάθε σκίρτημα , σκάβουν το δέρμα του
κοντά του κάθισα δεν του είπα λέξη
τσιγάρο έστριψε να με φιλέψει
σαν δύο χειμώνες μέσα στην κόλαση
σαν δύο χιονάνθρωποι μες στην κουφόβραση
στο άδειο πακέτο του με το μολύβι του δύο στίχους έγραψε
και πια δεν με έβλεπε ούτε και με άκουγε λες και με ξέγραψε
μα έτσι όπως λιώναμε στο ίδιο τραγούδι μαζί κυλησαμε
και μες στα χιόνια ξανά βρεθήκαμε και τραγουδήσαμε
Α.Π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου