Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019



ΣΤΟΝ ΦΑΡΟ

το σκουριασμένο μου γέλιο φορώντας
με ένα μπουκέτο λουλούδια ξερά  στο μετέωρο χέρι
πίσω απ' το τζάμι που ο χρόνος θολώνει , κοιτάζω σιωπώντας
και τα καλά μου εχω βαλει λες κάποιος και θά΄ ρθει ,μες το λασπονέρι

ερειπωμένος στους βράχους ο φάρος , σωρός πέτρες πιά
ο φαροφύλακας γέρος σε κάποιο υπόγειο λιώνει
στις  ξέρες κάτω απ' τον φάρο  καΐκι σπασμένο κα σάπια πανιά
και ένα συρτό μοιρολόι τριγύρω καθέ πού νυχτώνει


με έναν κρότο η σιωπή δραπετεύει και ο χρόνος ραγίζει
η καταιγίδα ξεσπάει τό κύμα αφρίζει στον βράχο
με ένα σάπιο καΐκι ένας γέρος στον φάρο γυρίζει
πίσω από το τζάμι κουφάρι έχει μείνει ένα σώμα μονάχο

μέσα στη νύχτα η αστραπή τα ερείπια του φάρου φωτίζει
προτού  να πέσει στα βράχια ένα πλοίο πορεία αλλάζει
μές'στο σπασμένο καΐκι ένας γέρος κοιτάει και δακρύζει
ξέρει πώς μόνος στο κύμα θα σβήσει μα δεν τον νοιάζει

'ενα μπουκέτο λουλούδια ξερά ακόμα στο χέρι κρατάω
το σκουριασμένο μου γέλιο ακόμα φοράω στα χείλη
πίσω από το τζάμι πού ο χρόνος θολώνει ακόμη κοιτάω
μη και ένας γέρος  γυρίσει στό σπίτι  ξανά κάποιο δείλι

Α.Π.
























Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2019



ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ

ξερίζωσα ένα ένα τα λουλούδια και τα αγκάθια
απ της αγάπης το λιβάδι
καί έσβησα το φεγγάρι καί τον φόβο
μέσα απ' της μέρας το σκοτάδι
και τα βουνά χαμήλωσα γκρεμοί να μην υπάρχουν
και κορφές
και από τα όνειρα μου  έκρυψα τις σκέψεις μου
γιά  εσένα τις κρυφές

 και δεν θα ρθει η άνοιξη
πού σκιάχτηκα το αγκάθι
και το φεγγάρι δεν θα βγει
πού κρύφτηκα  στα βάθη
και δεν κοιτάζω τις κορφές
μην γκρεμιστώ και πέσω
και για τα που έδιωξα  όνειρά
πώς να με συγχωρέσω

πέταξα μες στις θάλασσες φουρτούνες και Ιθάκες
που με πνίγανε
και έσκισα αναμνήσεις και ενθύμια από όσους μακριά
για πάντα φύγανε
μία Ατλαντίδα στον βυθό πού όλοι την γνωρίζουνε
μα που κανείς δεν έχει δει
ένα παιδί που γέρασε και ο γέρος
που παρέμεινε παιδί

 και μία ζωή που έμεινε
 στον μώλο αραγμένη
και μιά φωτογραφία μας
στο πάτωμα σκισμένη
μάσκα φοράω οταν γελώ
και μάσκα όταν κλαίω
δεν φταίω που δεν μεγάλωσα
που γέρασα δεν φταίω
Α.Π.







Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2019

Ο ΤΣΟΠΑΝΗΣ Ο ΛΥΚΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΠΑΔΙ

Η τυφλή η κυρία
πάντα ήταν αρία
στο ένα χέρι πιστόλι
στο άλλο το πορτοφόλι
Η εκκλησία του δήμου
χώρεσε στο Μαξίμου
στο παλάτι οι μνηστήρες
τοκογλύφοι σωτήρες
Και η γνωστή πυραμίδα
με τα πλούτη του μίδα
μίζες και μιζαδόροι
εργολάβοι και εμπόροι
τα έντυπα και τα μέσα
πού δεν έχουνε μπέσα
μεγαλόδικηγόροι
του Χριστού σταυροφόροι
οι καλοί ολοι χωράνε
αμα δεν μαρτυράνε
Και του φόβου οι προφήτες
των θεών οι μεσίτες
στο αρχαίο παζάρι
το ιερό το παγκάρι
 πως θα γίνει το θάμα
αν δεν κάνεις το τάμα
Το κοπάδι στη στάνη
προσκυνά τον τσοπάνη
με τον λύκο τρομάζει
μα ο τσοπάνης το σφάζει

Α.Π.